Κίνδυνος για ένα νέο Απαρτχάιντ;
Λόγω
του ειδικού ενδιαφέροντος που έχω στο τρέξιμο μεγάλων αποστάσεων αλλά και λόγω
της βιολογικής μου παιδείας, διάβαζα πρόσφατα μερικές επιστημονικές μελέτες για το
γενετικό υπόβαθρο των αθλητών του μαραθωνίου δρόμου (απόσταση 42.195 Km).
Τα τελευταία χρόνια γίνεται μια μεγάλη προσπάθεια προκειμένου να καθοριστεί η γενετική βάση ορισμένων αθλημάτων με απώτερο στόχο την ταυτοποίηση γονιδίων που σχετίζονται με κορυφαίες επιδόσεις, έτσι ώστε να εντοπίζονται πιο «επιστημονικά» οι νέοι δυνητικοί πρωταθλητές (Roth, 2012; Popovski et al., 2016). Η σχετική έρευνα έχει φυσικά προχωρήσει και στον χώρο των μεγάλων αποστάσεων. Το πεδίο είναι αχανές και εντελώς καινούργιο. Αν καταφέρουμε όμως να ξεκλειδώσουμε τα «μυστικά» των γονιδίων όσον αφορά τις αθλητικές επιδόσεις – και όχι μόνο – ο ανταγωνιστικός μας κόσμος θα περάσει σε ένα νέο και αδιόρατο επίπεδο χωρίς κανόνες.
Μέχρι σήμερα, με τη χρήση προσεγγίσεων μετα-ανάλυσης (δηλαδή με στατιστικές μεθόδους που παρέχουν τη δυνατότητα συγκέντρωσης των αποτελεσμάτων παρεμφερών μελετών προκειμένου να προσδιοριστούν τυχόν σημαντικές τάσεις) επιβεβαιώθηκε ότι τουλάχιστον δύο γονίδια σχετίζονται με σπουδαίες επιδόσεις σε αθλήματα που απαιτούν αντοχή. Αυτά τα γονίδια είναι το ACE (angiotensin I-converting enzyme) και το PPARα (peroxisome proliferator-activated receptor alpha). Επίσης, μέχρι σήμερα έχουν προταθεί τουλάχιστον άλλοι 93 γενετικοί δείκτες που μάλλον σχετίζονται με κορυφαίες επιδόσεις σε αθλήματα που απαιτούν αντοχή, χωρίς ασφαλώς να περιορίζονται τα ευρήματα στον μαραθώνιο (Ahmetov et al., 2016).
Όσον αφορά τώρα συγκεκριμένα στο αγώνισμα του μαραθωνίου, το γονίδιο ACE φαίνεται να διαδραματίζει σημαντικό ρόλο, αν και όχι σε όλες τις περιπτώσεις που εξετάστηκαν. Πιο ειδικά, το συγκεκριμένο γονίδιο εμφανίζει έναν σημαντικό λειτουργικό πολυμορφισμό (δηλαδή εναλλακτικές φυσιολογικές εκδοχές του ίδιου γονιδίου): Αν υπάρχει ένα συγκεκριμένο εσώνιο στο γονίδιο (=τα εσώνια είναι αλληλουχίες DNA) φαίνεται ότι ο άνθρωπος (καυκάσιας καταγωγής) που το φέρει, μπορεί να έχει αυξημένες αντοχές σε αγώνες μεγάλων αποστάσεων. Αντίθετα, σε πληθυσμούς όπως είναι οι Κενυάτες ή οι Αιθίοπες, η απουσία του συγκεκριμένου εσωνίου δεν φαίνεται να επηρεάζει την ικανότητα των αθλητών να έχουν κορυφαίες επιδόσεις σε δρόμους μεγάλων αποστάσεων. Ίσως επειδή σε αυτούς τους πληθυσμούς να παίζει σπουδαιότερο ρόλο κάποιο άλλο γενετικό υπόβαθρο που ενδεχομένως να σχετίζεται με την ικανότητα να προσαρμόζουν την παραγωγή ερυθρών αιμοσφαιρίων σε συνθήκες μεγάλου υψομέτρου για βέλτιστη πρόσληψη οξυγόνου.
Ακόμα, από την ανασκόπηση των ήδη δημοσιευμένων μελετών, φαίνεται ότι 16 πολυμορφισμοί και 14 διαφορετικά γονίδια σχετίζονται με ελίτ επιδόσεις κατά το αγώνισμα του μαραθωνίου. Αυτοί οι γενετικοί «στόχοι» κωδικοποιούν για ένζυμα που συμμετέχουν σε μεταβολικά μονοπάτια, για ένζυμα που συμμετέχουν στην καρδιαγγειακή λειτουργία και σε πρωτεΐνες που εμπλέκονται στη βιολογία των μιτοχονδρίων (οργανίδια που δημιουργούν ενέργεια μέσα στα κύτταρα).
Αυτά αναφέρει μέχρι στιγμής η επιστήμη. Επισημαίνεται ωστόσο ότι η επιτυχία σε ένα αγώνισμα – στο οποιοδήποτε – απαιτεί κάτι παραπάνω από ένα προικισμένο σώμα. Χρειάζεται επίσης η κατάλληλη ψυχολογική προετοιμασία, η σκληρή προπόνηση, η ύπαρξη κινήτρου, η διατροφή και άλλα πολλά. Θα συμφωνήσουμε όλοι όμως ότι το κορυφαίο προσόν είναι η βιολογική «προίκα» του κάθε αθλητή. Αν υπάρχει το άριστο γενετικό υπόβαθρο, ακόμα και με μέτριες προσπάθειες, τα αποτελέσματα μπορούν να είναι εντυπωσιακά. Πόσο μάλλον αν γνωρίζουμε εκ των προτέρων, μέσω γενετικών αναλύσεων, τη φυσική «κλίση» του κάθε φέρελπι αθλητή και φροντίσουμε να του παρέχουμε εν αφθονία όλα τα υπόλοιπα.
Πόσο υπέροχο ή πόσο εφιαλτικό θα ήταν αν γνωρίζαμε σε τί είναι ο καθένας από εμάς άριστος, μόνο και μόνο αν γνωρίζαμε το είδος και την ποιότητα των γονιδίων μας;
Έστω όμως ότι δεχόμαστε ως θετικό το γεγονός ότι κάποτε μπορεί κανείς που συνειδητά θέλει να γίνει επαγγελματίας αθλητής, μέσω αυτής της γνώσης και τεχνολογίας, να επιλέξει το άθλημα που του ταιριάζει. Θα μπορέσει έτσι να φτάσει στις καλύτερες δυνατές επιδόσεις. Το ίδιο και οι αντίστοιχοι συναθλητές του.
Τί γίνεται όμως με τις άλλες περιπτώσεις; Τις πιο σκοτεινές. Αυτές που πάντα θέλουν να ρίξουν την ανθρωπότητα μέσα στη δεισιδαιμονία και τον ολοκληρωτισμό; Τα τελευταία χρόνια επισημαίνω συνεχώς τον κίνδυνο που συνεχώς αναφύεται μέσω της επιστήμης και που απειλεί τον άνθρωπο με θανάσιμα δεσμά για την ελευθερία του. Συνεχώς ξεπηδούν δυσερμήνευτα και αμφίσημα ηθικά διλήμματα. Διλήμματα που δεν υπάρχει ακόμα ούτε το γνωστικό οπλοστάσιο αλλά ούτε και το νομικό πλαίσιο για να τα ταξινομήσουμε. Πάντα οφείλουμε να μεριμνούμε για την αποφυγή του μεγαλύτερου κακού σε σχέση με το μικρότερο καλό. Υπάρχει πάντα η «ετερογονία των σκοπών», η ανθρωπολογική αυτή σταθερά που μας προειδοποιεί για το απευκταίο, που προκύπτει ακόμα και κάτω από τις αγνότερες προθέσεις.
Το άμεσο πρόβλημα (κατ' εμέ το πιο ρηχό πρόβλημα – η κορυφή του παγόβουνου) είναι το λεγόμενο gene doping. Δηλαδή η στοχευμένη επίδραση του ανθρώπου πάνω στην έκφραση γονιδίων προκειμένου να αυξηθούν οι επιδόσεις του στον αθλητισμό. Το gene doping στο άμεσο μέλλον μπορεί να αφορά ακόμα και μεταφορά γονιδίων μεταξύ διαφορετικών οργανισμών προκειμένου να ενισχυθεί το προσδοκώμενο αποτέλεσμα. Η WADA (World Anti-Doping Agency) έχει γνώση των δυνατοτήτων της νέας τεχνολογίας και έχει συμπεριλάβει το gene doping μέσα στις απαγορευμένες πρακτικές, ήδη από το 2003. Μέχρι σήμερα, δεν έχει ανακοινωθεί επίσημα κάποιο περιστατικό gene doping σε αθλητές υψηλών επιδόσεων.
Ρωτώ όμως το εξής: αν γνωρίζαμε στο άμεσο μέλλον τον τρόπο να γίνουμε περισσότερο ανθεκτικοί σε μικροβιακές λοιμώξεις, λιγότερο ευάλωτοι στον καρκίνο, θα θέλαμε να ξέρουμε την ποιότητα των γονιδίων μας; Θα μπαίναμε στον πειρασμό να κάνουμε θετικές ή αρνητικές επιλογές ατόμων με βάση αυτή τη γνώση; Ακόμα, αν γνωρίζαμε στο άμεσο μέλλον τον τρόπο να γίνουμε, δια της επέμβασης στα γονίδιά μας, καλύτεροι ρήτορες, πιο αποδοτικοί καθηγητές, πιο ρομαντικοί και πνευματώδεις ή ακόμα και περισσότερο επιθετικοί ή με μεγαλύτερες αντοχές σε περίπτωση πολεμικής σύρραξης, θα προχωρούσαμε; Θα παρεμβαίναμε κατά αυτόν τον τελεσίδικο τρόπο στην μοριακή εξέλιξη του είδους μας;
Αν υπάρξει κάποτε η κατάλληλη ψυχολογική ατμόσφαιρα προκειμένου να το επιτύχουμε, αν ηθικά η ανθρωπότητα φτάσει στο σημείο να κάνει αποδεκτές αυτές τις δυνατότητες σε ευρεία κλίμακα και κατά παραγγελία, πόσοι από αυτούς που θα έχουν τη δυνατότητα (πρωτίστως οικονομική) θα αντιστέκονταν στον πειρασμό; Δεν ζούμε άραγε ήδη στην πανθομολογούμενη κυνικότητα του προσωπικού συμφέροντος; Δεν πέρασε ήδη η επεκτατική λογική των μεγάλων οικονομικών συμφερόντων μέσα στην καθημερινή κοινωνική αλληλεπίδραση; Δεν ζούμε ήδη στο απόγειο του ενστερνισμού της λογικής του «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα»;
Ασφαλώς και προκύπτει ηθικό ασυμβίβαστο με την έννοια της ελευθερίας και με τις θεμελιώδεις διατάξεις την ανθρώπινης ελεύθερης επιλογής. Δεν ξέρω αν είναι υπερβολικός ο λόγος που μετέρχομαι αυτή τη στιγμή αλλά τουλάχιστον οφείλω να τον καταγράψω: η επιστήμη, και ειδικά η βιολογική επιστήμη εν προκειμένω, όντας σε αγαστή συνεργασία με την τεχνητή νοημοσύνη αλλά και με τα υπερσύγχρονα δίκτυα τηλεπικοινωνίας και αστυνόμευσης, με τις τρομερές της ανακαλύψεις, είναι πλέον σε θέση να δώσει τα «εργαλεία» εκείνα που θα καταστήσουν ικανά, όσα νοσηρά μυαλά το επιθυμούν και έχουν τους οικονομικούς πόρους ή την κυβερνητική δυνατότητα, να επιβάλουν στην ανθρωπότητα ένα νέο και στυγνό Απαρτχάιντ. Ένα Απαρτχάιντ που θα βασίζεται σε μυριάδες «διακρίσεις» και «αποκλεισμούς» που θα προκύπτουν έπειτα από υποχρεωτικές σαρώσεις του πληθυσμού για μια σειρά από βιολογικά χαρακτηριστικά.
Κι αν αύριο μας λάχει ο κλήρος να πρέπει να αναλογιστούμε και να ζυγίσουμε το ανομολόγητο; Να παραιτηθούμε – τουλάχιστον μερικώς – από την έμφυτη μας ροπή για εξερεύνηση και τελειότητα, να αποποιηθούμε την εσωτερική μας λαχτάρα για ισχύ και επικράτηση, να βάλουμε στην άκρη την άνεση και την ασφάλειά μας, για χάριν της ελευθερίας και της ανθρωπινότητάς μας; Με ποιο γνώμονα θα αποφασίσουμε;
Μην υποπέσουμε ως αμνήμονες και ως άφρονες σε σφάλμα και στην προσπάθειά μας να ελέγξουμε τα πάντα, τελικά να οδηγήσουμε τα πράγματα στο απόλυτα ανεξέλεγκτο ενδεχόμενο: τη δημιουργία ανθρώπινων χαρακτηριστικών κατ' αποκοπήν. Υποτίθεται γι' αυτό δεν χύθηκε τόσο και τόσο αίμα τον 20ο αιώνα; Για να μπορεί ο άνθρωπος να είναι αυτό το υπέροχα «εν πνεύματι» τραγικό ον που επαναστατεί έναντι της μοίρας του καθώς συνειδητοποιεί ότι οι υπέρτερες δυνάμεις ανά πάσα στιγμή μπορούν να τον ρίξουν στην άβυσσο;
Παραπομπή: