Σκέψεις με αφορμή την επέτειο του ΟΧΙ
Πλησιάζει και εφέτος η επέτειος του ΟΧΙ. Ασφαλώς και το νόημα της ημέρας δεν μπορεί να γίνει αντιληπτό σήμερα. Γιατί το αξιακό σύστημα είναι εντελώς ανάποδο.
Όσο μεγαλώνω και εμπλουτίζω τις γνώσεις και τις εμπειρίες μου, οι επέτειοι λαμβάνουν διαφορετικό βάθος κάθε χρόνο.
Φέτος, για παράδειγμα, σκέφτομαι το 1940 σε σχέση με το 1922. Δεκαοκτώ χρόνια μετά την χειρότερη τραγωδία από καταβολής ελληνισμού και δώσαμε και πάλι το βροντερό μας «παρών» υπέρ του ανθρώπου. Και για άλλη μια φορά στην Ιστορία μας κερδίσαμε μέσα από την ήττα μας. Όπως τότε με τον Λεωνίδα και τους 300, όπως τότε με τον Παλαιολόγο, όπως τότε με την Έξοδο στο Μεσολόγγι.
Ακόμα δεν καταφέραμε να ορθοποδήσουμε. Ακόμα ζούμε υπό κατοχή. Πολλές φορές, αφού μπορέσεις και περάσεις μέσα από τις συμπληγάδες των γεγονότων, αφού μπορέσεις να επιβιώσεις δια πυρός και σιδήρου, λες ένα «πάλι καλά» και δεν αναλογίζεσαι το μέγεθος της καταστροφής. Λουφάζεις και κοιτάς πώς να πορευτείς με αυτά τα πετσοκομμένα υπάρχοντα που σου απόμειναν. Είναι μια καταστροφή όμως που έκτοτε σε καθορίζει. Εν τω μεταξύ, καθώς αλλάζει η σειρά της διαδοχής των γενεών, οι επόμενοι δεν μπορούν να συλλάβουν τα μεγέθη της καταστροφής. Ίσως έτσι πρέπει να γίνεται για να διατηρείται η ελπίδα της ανάκαμψης ζωντανή. Μα οι ποιότητες άλλαξαν. Μαζί τους άλλαξαν και οι εσωτερικές συρραφές των ανθρώπων. Ακόμα ψαχνόμαστε. Και κάπως έτσι, ένας μεγάλος και ευρύχωρος άνθρωπος (όπως είναι ο Έλληνας άνθρωπος μέσα στο ιστορικό γίγνεσθαι) ξέμεινε να παραδέρνει μέσα σε μια λιλιπούτεια και ανάξια προοπτική, ανίκανος να συνενώσει τους αρμούς που τον συνδέουν με το παρελθόν του, προκειμένου να βρει μια σύγχρονη συλλογική ζωτικότητα για να καθορίσει το μέλλον του.
Αν σκεφτούμε το 40΄ σε σχέση με το 22΄ θα καταλάβουμε και το 46΄- 49΄. Θα δούμε και με διαφορετικό φως το 74΄της Κύπρου. Θα κατανοήσουμε λοιπόν ότι ο 20ος αιώνας μας ισοπέδωσε. Διανύουμε μια φρικτή περίοδο. Αλλά δεν μπορώ να πω ότι μας νίκησαν οι καιροί. Αυτό δεν πρέπει ποτέ να το παραδεχτούμε. Όπως έλεγε και ο Χέμινγουεϊ στο «ο γέρος και η θάλασσα»: a man can be destroyed but not defeated. Η ήττα για την οποία μας πληροφορεί ο Χέμινγουεϊ είναι η ήττα της διάθεσης για μάχη όταν κλονίζεται το κοσμοείδωλό μας. Και η διάθεση, κατά τον Αριστοτέλη, προέρχεται από την προαίρεση του ανθρώπου. Είναι δηλαδή μια ψυχολογική υπόθεση. Όσο κι αν κλονίζεται ο άνθρωπος, τα σταθερά μεγέθη που καθόρισαν τη θέλησή του παραμένουν εκεί. Διότι υπάρχει ένα απροσμέτρητο εσωτερικό βάθος σε κάθε έναν από εμάς, δυσθεώρητο και τρομερό, που δεν μετριέται με τα έλλογα σταθμά του κόσμου μας.
Οι άνθρωποι μπορεί να σκέπτονται με το μυαλό αλλά αποφασίζουν με την καρδιά. Ακόμα και αυτοί που το παίζουν ρεαλιστές, την τελική τους απόφαση συχνά την βασίζουν πάνω σε μια πίστη που τον πρώτο λόγο έχει η ψυχοσύνθεση και το θάρρος ή η δειλία μπροστά στο ρίσκο της στιγμής.
Φέτος κλείνει το πρώτο τέταρτο του 21ου αιώνα. Η διάθεση είναι απαισιόδοξη. Το ΟΧΙ, που εξακολουθεί να είναι η διαχρονική, εθνική μας στάση, προς το παρόν απευθύνεται μονάχα στο εσωτερικό μέτωπο. Όλοι εναντίον όλων. Πρόκειται για μια τεράστια εθνική μοναξιά. Πρόκειται για μια πανεθνική μιζέρια που δεν λέει να μας αφήσει.
